Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

δαμνάω
δάμνημι
δᾱμογέρων
δαμόωσι
δᾱμώματα
δᾱ̄́μων
Δᾶν
δᾱναιός
Δαναός
δανείζω
δάνειον
δάνεισμα
δανεισμός
δανειστής
δανειστικός
δᾱνός
δάνος
δάος
δᾷος
δᾳόω
δαπανάω
View word page
δάνειον
δάνειονουnδάνος loanD. Arist. debtNT. Plu.

ShortDef

a loan

Debugging

Headword:
δάνειον
Headword (normalized):
δάνειον
Headword (normalized/stripped):
δανειον
IDX:
8025
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-8026
Key:
δάνειον

Data

{'headword_display': '<b>δάνειον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>δάνειον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>δάνος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>loan</Tr><Au>D. Arist.</Au></nS1> <nS1><Tr>debt</Tr><Au>NT. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'δάνειον'}