Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βροτοσκόπος
βροτοστυγής
βροτοφθόρος
βροτωφελής
βρόχεα
βροχή
βρόχθος
βρόχος
βρῦ
βρυάζω
βρυγμός
βρῡ́κω
βρύλλω
βρύον
βρύσσος
βρῦτος
βρῡχάομαι
βρῡχή
βρῡχηδόν
βρῡχηθμός
βρῡ́χημα
View word page
βρυγμός
βρυγμόςοῦmβρῡ́κω gnashingw.gen.of teethNT.

ShortDef

biting

Debugging

Headword:
βρυγμός
Headword (normalized):
βρυγμός
Headword (normalized/stripped):
βρυγμος
IDX:
7826
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7827
Key:
βρυγμός

Data

{'headword_display': '<b>βρυγμός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>βρυγμός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>βρῡ́κω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>gnashing<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>of teeth</Expl></Tr><Au>NT.</Au></nS1></NE>', 'key': 'βρυγμός'}