Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βρῑθοσύνη
βρῑθύς
βρῑ́θω
βρῑμάομαι
βρῑ́μη
Βρῑμώ
βρῑσάρματος
βροδοδάκτυλος
βρόκχος
βρομέω
βρόμιος
Βρόμιος
βρόμος
βροντάω
βροντή
βροντήματα
βροντησικέραυνος
βρότειος
βροτήσιος
βροτόεις
βροτοκτονέω
View word page
βρόμιος
βρόμιοςᾱ ονadj of a lyreresoundingPi.of castanetscrashingE.

ShortDef

Bacchic
sounding, boisterous

Debugging

Headword:
βρόμιος
Headword (normalized):
βρόμιος
Headword (normalized/stripped):
βρομιος
IDX:
7801
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7802
Key:
βρόμιος

Data

{'headword_display': '<b>βρόμιος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>βρόμιος</HL><Infl>ᾱ ον</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of a lyre</Indic><Tr>resounding</Tr><Au>Pi.</Au><aS2><Indic>of castanets</Indic><Tr>crashing</Tr><Au>E.</Au></aS2></aS1> </AE>', 'key': 'βρόμιος'}