Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βραχυλογίᾱ
βραχύλογος
βραχῡ́νω
βραχυόνειρος
βραχύπορος
βραχύς
βραχυσίδᾱρος
βραχυσκελής
βραχυσυλλαβίη
βραχύτης
βραχύτονος
βραχυτράχηλος
βραχυχρόνιος
βρέγμα
βρεκεκεκέξ
βρέμω
βρένθειος
βρενθῡ́ομαι
βρέξις
βρέτας
Βρεττανοί
View word page
βραχύ-τονος
βραχύ-τονοςονadjτόνος of military catapultswith short cordageshort-rangePlu.

ShortDef

reaching but a short way

Debugging

Headword:
βραχύτονος
Headword (normalized):
βραχύτονος
Headword (normalized/stripped):
βραχυτονος
IDX:
7771
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7772
Key:
βραχύτονος

Data

{'headword_display': '<b>βραχύ-τονος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>βραχύ-τονος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>τόνος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of military catapults</Indic><Def>with short cordage</Def><Tr>short-range</Tr><Au>Plu.</Au></aS1></AE>', 'key': 'βραχύτονος'}