Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βράχεα
βραχεῖν
βραχείς
βραχῑονιστήρ
βραχῑ́ων
βραχῑ́ων
βραχύβιος
βραχυγνώμων
βραχύδρομος
βραχύκωλος
βραχυλογίᾱ
βραχύλογος
βραχῡ́νω
βραχυόνειρος
βραχύπορος
βραχύς
βραχυσίδᾱρος
βραχυσκελής
βραχυσυλλαβίη
βραχύτης
βραχύτονος
View word page
βραχυλογίᾱ
βραχυλογίᾱᾱςfβραχύλογος brevity of speechPl. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
βραχυλογίᾱ
Headword (normalized):
βραχυλογίᾱ
Headword (normalized/stripped):
βραχυλογια
IDX:
7761
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7762
Key:
βραχυλογίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>βραχυλογίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>βραχυλογίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>βραχύλογος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>brevity of speech</Tr><Au>Pl. Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'βραχυλογίᾱ'}