Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
βρᾱιδίως
βράκος
βράσσω
βράσσων
Βραυρών
βράχεα
βραχεῖν
βραχείς
βραχῑονιστήρ
βραχῑ́ων
βραχῑ́ων
βραχύβιος
βραχυγνώμων
βραχύδρομος
βραχύκωλος
βραχυλογίᾱ
βραχύλογος
βραχῡ́νω
βραχυόνειρος
βραχύπορος
βραχύς
View word page
βραχῑ́ων
2
βραχῑ́ων
2
compar.adj.
see
βραχύς
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
βραχῑ́ων
Headword (normalized):
βραχῑ́ων
Headword (normalized/stripped):
βραχιων
IDX:
7756
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7757
Key:
βραχῑ́ων_2
Data
{'headword_display': '<b>βραχῑ́ων</b><sup>2</sup>', 'content': '<XE><RefFm>βραχῑ́ων<Hm>2</Hm><LblR>compar.adj.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>βραχύς</Ref></XR> </XE>', 'key': 'βραχῑ́ων_2'}