Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βούστασις
βουσφαγέω
βούτης
βούτομον
βουτύπος
βουφονέω
Βουφόνια
βουφονίη
βουφόνος
βουφορβέω
βουφόρβια
βουφορβός
βούχῑλος
βόων
βοώνης
βοῶπις
βοωτέω
Βοώτης
βραβείᾱ
βραβεύς
βραβευτής
View word page
βουφόρβια
βουφόρβιαωνn.pl collectv.herd of oxenE.

ShortDef

a herd of oxen

Debugging

Headword:
βουφόρβια
Headword (normalized):
βουφόρβια
Headword (normalized/stripped):
βουφορβια
IDX:
7722
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7723
Key:
βουφόρβια

Data

{'headword_display': '<b>βουφόρβια</b>', 'content': '<NE><HG><HL>βουφόρβια</HL><Infl>ων</Infl><PS>n.pl</PS></HG> <nS1><Indic>collectv.</Indic><Tr>herd of oxen</Tr><Au>E.</Au></nS1></NE>', 'key': 'βουφόρβια'}