Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βουπόρος
βούπρῳρος
βοῦς
βουσόος
βούσταθμος
βούστασις
βουσφαγέω
βούτης
βούτομον
βουτύπος
βουφονέω
Βουφόνια
βουφονίη
βουφόνος
βουφορβέω
βουφόρβια
βουφορβός
βούχῑλος
βόων
βοώνης
βοῶπις
View word page
βουφονέω
βουφονέωcontr.vbβουφόνος slaughter oxenIl.

ShortDef

to slaughter oxen

Debugging

Headword:
βουφονέω
Headword (normalized):
βουφονέω
Headword (normalized/stripped):
βουφονεω
IDX:
7717
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7718
Key:
βουφονέω

Data

{'headword_display': '<b>βουφονέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>βουφονέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>βουφόνος</Ref></Ety></vHG> <vS1><Tr>slaughter oxen</Tr><Au>Il.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'βουφονέω'}