Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βούνομος
βουνός
βουνώδης
βούπαις
Βούπαλος
βούπεινα
βουπελάτης
βουπλήξ
βουπομπός
βουπόρος
βούπρῳρος
βοῦς
βουσόος
βούσταθμος
βούστασις
βουσφαγέω
βούτης
βούτομον
βουτύπος
βουφονέω
Βουφόνια
View word page
βού-πρῳρος
βού-πρῳροςονadjπρῷρα of a river godox-facedS.v.l. βούκρᾱνος

ShortDef

with the face of an ox

Debugging

Headword:
βούπρῳρος
Headword (normalized):
βούπρῳρος
Headword (normalized/stripped):
βουπρωρος
IDX:
7708
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7709
Key:
βούπρῳρος

Data

{'headword_display': '<b>βού-πρῳρος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>βού-πρῳρος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>πρῷρα</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a river god</Indic><Tr>ox-faced</Tr><Au>S.<LblR>v.l. <Gr>βούκρᾱνος</Gr></LblR></Au></aS1></AE>', 'key': 'βούπρῳρος'}