Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βουκανάω
βούκερως
βουκολέω
βουκολιάζομαι
βουκολίαι
βουκολιαστᾱ́ς
βουκολικός
βουκόλιον
βουκόλος
βούκρᾱνος
βουκτασίη
βουκτόνος
βουλᾱ́
βουλαῖος
βούλαρχος
βουλᾱφόρος
βουλείᾱ
βούλευμα
βουλευμάτιον
βούλευσις
βουλευτήριον
View word page
βουκτασίη
βουκτασίηalsoβοοκτασίηAR.ηςIon.fκτείνω killing of oxenin a sacrificeCall. AR.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
βουκτασίη
Headword (normalized):
βουκτασίη
Headword (normalized/stripped):
βουκτασιη
IDX:
7668
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7669
Key:
βουκτασίη

Data

{'headword_display': '<b>βουκτασίη</b>', 'content': '<NE><HG><HL>βουκτασίη<VL><Lbl>also</Lbl><FmHL>βοοκτασίη</FmHL><Au>AR.</Au></VL></HL><Infl>ης</Infl><PS>Ion.f</PS><Ety><Ref>κτείνω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>killing of oxen<Expl>in a sacrifice</Expl></Tr><Au>Call. AR.</Au></nS1></NE>', 'key': 'βουκτασίη'}