Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βουγᾱ́ιος
βουγενής
βουδόκος
βουδόρος
βουθερής
βουθόρος
βουθυσίᾱ
βουθυτέω
βούθυτος
βουκανάω
βούκερως
βουκολέω
βουκολιάζομαι
βουκολίαι
βουκολιαστᾱ́ς
βουκολικός
βουκόλιον
βουκόλος
βούκρᾱνος
βουκτασίη
βουκτόνος
View word page
βού-κερως
βού-κερωςωνgen.ωadjκέρας of Io with the horns of a cowA.of a statue of IsisHdt.

ShortDef

horned like an ox

Debugging

Headword:
βούκερως
Headword (normalized):
βούκερως
Headword (normalized/stripped):
βουκερως
IDX:
7659
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7660
Key:
βούκερως

Data

{'headword_display': '<b>βού-κερως</b>', 'content': '<AE><HG><HL>βού-κερως</HL><Infl>ων</Infl><VInfl><Lbl>gen.</Lbl><FmInfl>ω</FmInfl></VInfl><PS>adj</PS><Ety><Ref>κέρας</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of Io</Indic> <Tr>with the horns of a cow</Tr><Au>A.</Au><aS2><Indic>of a statue of Isis</Indic><Au>Hdt.</Au></aS2></aS1></AE>', 'key': 'βούκερως'}