Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βούβοτος
βούβρωστις
βουβών
βουβωνιάω
βουγᾱ́ιος
βουγενής
βουδόκος
βουδόρος
βουθερής
βουθόρος
βουθυσίᾱ
βουθυτέω
βούθυτος
βουκανάω
βούκερως
βουκολέω
βουκολιάζομαι
βουκολίαι
βουκολιαστᾱ́ς
βουκολικός
βουκόλιον
View word page
βουθυσίᾱ
βουθυσίᾱᾱςfβούθυτος ox-sacrificePi.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
βουθυσίᾱ
Headword (normalized):
βουθυσίᾱ
Headword (normalized/stripped):
βουθυσια
IDX:
7655
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7656
Key:
βουθυσίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>βουθυσίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>βουθυσίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>βούθυτος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>ox-sacrifice</Tr><Au>Pi.</Au></nS1></NE>', 'key': 'βουθυσίᾱ'}