Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βοόστασις
βορᾱ́
βορβορόθῡμος
βόρβορος
βορβοροτάραξις
βορβορύζω
βορβορώδης
Βορεάς
Βορέᾱς
βόρειος
βορή
βόρημαι
Βορῆς
βορός
βόρυες
βόσις
βοσκή
βόσκημα
βόσκω
Βόσπορος
Βόσπορος
View word page
βορή
βορήIon.fseeβορᾱ́

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
βορή
Headword (normalized):
βορή
Headword (normalized/stripped):
βορη
IDX:
7619
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7620
Key:
βορή

Data

{'headword_display': '<b>βορή</b>', 'content': '<XE><HG><HL>βορή</HL><PS>Ion.f</PS></HG><XR>see<Ref>βορᾱ́</Ref></XR> </XE>', 'key': 'βορή'}