Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Βοιωτάρχης
Βοιωτιάζω
Βοιωτιουργής
Βοιωτοί
βολαῖος
βόλβιτος
βολβός
βολή
βολίζω
βολίς
βόλιτα
βολίτινος
βόλλᾱ
βόλλομαι
βόλος
βομβάξ
βομβαύλιος
βομβέω
βομβηδόν
βόμβος
βομβυλιός
View word page
βόλιτα
βόλιταωνn.plreltd.βόλβιτος cattle-dungAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
βόλιτα
Headword (normalized):
βόλιτα
Headword (normalized/stripped):
βολιτα
IDX:
7596
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7597
Key:
βόλιτα

Data

{'headword_display': '<b>βόλιτα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>βόλιτα</HL><Infl>ων</Infl><PS>n.pl</PS><Ety>reltd.<Ref>βόλβιτος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>cattle-dung</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'βόλιτα'}