Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βιαιότης
βιάομαι
βιασμός
βιασταί
βιαστικός
βιᾱτᾱ́ς
βιβάζω
βιβάσθων
βιβάω
βιβλιακός
βιβλιᾱφόρος
βιβλῑ́διον
Βίβλινος
βιβλιοθήκη
βιβρώσκω
βιβῶν
βιήσατο
βίηφι
Βῑθῡνοί
βῖκος
βίμβλις
View word page
βιβλιᾱ-φόρος
βιβλιᾱ-φόροςουmβυβλίονφέρω message-carrier, courierPlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
βιβλιᾱφόρος
Headword (normalized):
βιβλιᾱφόρος
Headword (normalized/stripped):
βιβλιαφορος
IDX:
7459
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7460
Key:
βιβλιᾱφόρος

Data

{'headword_display': '<b>βιβλιᾱ-φόρος</b>', 'content': '<NE><HG><HL>βιβλιᾱ-φόρος</HL><Infl>ου</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>βυβλίον</Ref><Ref>φέρω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>message-carrier, courier</Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'βιβλιᾱφόρος'}