Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βασκανίᾱ
βάσκανος
βασκᾶς
βάσκω
βᾱ́σομαι
βᾶσσα
Βασσαρίδες
βασσάριον
βάσταγμα
βαστάζω
Βάταλος
βᾶτε
βατέω
βατηρίη
βατιᾱ́
βατιδοσκόπος
βατίς
βατοδρόπος
βατός
βάτος
βάτος
View word page
Βάταλος
ΒάταλοςmseeΒάτταλος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
Βάταλος
Headword (normalized):
βάταλος
Headword (normalized/stripped):
βαταλος
IDX:
7341
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7342
Key:
Βάταλος

Data

{'headword_display': '<b>Βάταλος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>Βάταλος</HL><PS>m</PS></HG><XR>see<Ref>Βάτταλος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'Βάταλος'}