Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βαρβαρόομαι
βάρβαρος
βαρβαρόφωνος
βάρβιτος
βάρδιστος
βαρέω
βαρέως
βᾶρις
βάρμος
βάρος
βαρυάλγητος
βαρυαχής
βαρυᾱχής
βαρυβόᾱς
βαρυβρεμέτᾱς
βαρύβρομος
βαρυβρώς
βαρύγδουπος
βαρυγούνατος
βαρυδαιμονέω
βαρυδαιμονίᾱ
View word page
βαρυ-άλγητος
βαρυ-άλγητοςονadjἀλγέω of things saidgrievously hurtfulS.

ShortDef

very grievous

Debugging

Headword:
βαρυάλγητος
Headword (normalized):
βαρυάλγητος
Headword (normalized/stripped):
βαρυαλγητος
IDX:
7257
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7258
Key:
βαρυάλγητος

Data

{'headword_display': '<b>βαρυ-άλγητος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>βαρυ-άλγητος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ἀλγέω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of things said</Indic><Tr>grievously hurtful</Tr><Au>S.</Au></aS1></AE>', 'key': 'βαρυάλγητος'}