Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀργυρόομαι
ἀργυρόπεζα
ἀργυρόπους
ἀργυρόριζος
ἀργυρόρρυτος
ἄργυρος
ἀργυροστερής
ἀργυρότοιχος
ἀργυρότοξος
ἀργυροῦς
ἀργυροφάλαρος
ἀργυρώδης
ἀργύρωμα
ἀργυρώνητος
ἀργύφεος
ἄργυφος
Ἀργώ
ἄρδευσις
ἀρδεύω
ᾱ̓́ρδην
ἄρδις
View word page
ἀργυρο-φάλαρος
ἀργυροφάλαροςονadjφάλαρα of cavalrywith silver trappingsPlb.

ShortDef

with silver trappings

Debugging

Headword:
ἀργυροφάλαρος
Headword (normalized):
ἀργυροφάλαρος
Headword (normalized/stripped):
αργυροφαλαρος
IDX:
723
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-724
Key:
ἀργυροφάλαρος

Data

{'headword_display': '<b>ἀργυρο-φάλαρος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀργυρο<hyph/>φάλαρος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>φάλαρα</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of cavalry</Indic><Tr>with silver trappings</Tr><Au>Plb.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀργυροφάλαρος'}