Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βαλιός
βαλλάντιον
βαλλαντιοτομέω
βαλλαντιοτόμος
βαλλήν
Βαλληνάδε
βάλλω
βᾱλός
βάλσαμον
βαλῶ
βᾶμα
βαμβαίνω
βαμβαλιαστύς
βαμβαλύζω
βᾶμεν
βάμμα
βάν
βανᾱ́
βαναυσίᾱ
βαναυσικός
βάναυσος
View word page
βᾶμα
βᾶμαdial.nseeβῆμα

ShortDef

step

Debugging

Headword:
βᾶμα
Headword (normalized):
βᾶμα
Headword (normalized/stripped):
βαμα
IDX:
7222
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7223
Key:
βᾶμα

Data

{'headword_display': '<b>βᾶμα</b>', 'content': '<XE><HG><HL>βᾶμα</HL><PS>dial.n</PS></HG><XR>see<Ref>βῆμα</Ref></XR> </XE>', 'key': 'βᾶμα'}