Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βαθυδῑνήεις
βαθυδῑ́νης
βαθύδοξος
βαθύζωνος
βαθύθριξ
βαθύκολπος
βαθύκρημνος
βαθύλειμος
βαθυλείμων
βαθυλήιος
βαθύμαλλος
βαθυμῆτα
βαθῡ́νω
βαθύξυλος
βαθυπέδιος
βαθυπλόκαμος
βαθύπλουτος
βαθυπόλεμος
βαθυρρείτης
βαθυρρείων
βαθύρριζος
View word page
βαθύ-μαλλος
βαθύμαλλοςονadjμαλλός of the Golden Ram's skinrich-fleecedPi.

ShortDef

thick-fleeced

Debugging

Headword:
βαθύμαλλος
Headword (normalized):
βαθύμαλλος
Headword (normalized/stripped):
βαθυμαλλος
IDX:
7140
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7141
Key:
βαθύμαλλος

Data

{'headword_display': '<b>βαθύ-μαλλος</b>', 'content': "<AE><HG><HL>βαθύ<hyph/>μαλλος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>μαλλός</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the Golden Ram's skin</Indic><Tr>rich-fleeced</Tr><Au>Pi.</Au></aS1></AE>", 'key': 'βαθύμαλλος'}