Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

βάδην
βαδίζω
βάδισις
βάδισμα
βαδισμός
βαδιστής
βαδιστικός
βάδος
βάζω
βαθέως
βᾶθι
βάθιστος
βαθμίς
βαθμός
βάθος
βάθρον
βαθύβουλος
βαθύγεως
βαθυδείελος
βαθύδενδρος
βαθυδῑνήεις
View word page
βᾶθι
βᾶθιdial.athem.aor.imperatv.seeβαίνω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
βᾶθι
Headword (normalized):
βᾶθι
Headword (normalized/stripped):
βαθι
IDX:
7120
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7121
Key:
βᾶθι

Data

{'headword_display': '<b>βᾶθι</b>', 'content': '<XE><RefFm>βᾶθι<LblR>dial.athem.aor.imperatv.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>βαίνω</Ref> </XR> </XE>', 'key': 'βᾶθι'}