Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀγχίμολος
ἀγχίνοια
ἀγχίνοος
ἀγχίπλους
ἀγχίπτολις
ἀγχίρροος
Ἀγχῑ́σης
ἄγχιστα
ἀγχιστείᾱ
ἀγχιστεῖα
ἀγχιστεύς
ἀγχιστεύω
ἀγχιστήρ
ἀγχιστῖνοι
ἄγχιστος
ἀγχίστροφος
ἀγχιτέρμων
ἀγχιτόκος
ἀγχόθεν
ἀγχόμορος
ἀγχόνη
View word page
ἀγχιστεύς
ἀγχιστεύςέοςIon.mἄγχιστος closest relativeHdt.

ShortDef

closely akin

Debugging

Headword:
ἀγχιστεύς
Headword (normalized):
ἀγχιστεύς
Headword (normalized/stripped):
αγχιστευς
IDX:
7087
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-7088
Key:
ἀγχιστεύς

Data

{'headword_display': '<b>ἀγχιστεύς</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀγχιστεύς</HL><Infl>έος</Infl><PS>Ion.m</PS><Ety><Ref>ἄγχιστος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>closest relative</Tr><Au>Hdt.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀγχιστεύς'}