Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀποδίομαι
ἀποδιοπομπέομαι
ἀποδιοπόμπησις
ἀποδιορίζω
ἀποδιώκω
ἀποδοκεῖ
ἀποδοκιμάζω
ἀποδοκιμαστέος
ἄποδος
ἀπόδοσις
ἀποδοτέος
ἀποδοχή
ἀποδοχμόω
ἀποδραμεῖν
ἀποδραίην
ἀπόδρᾱσις
ἀποδρέπω
ἀποδρῆναι
ἀποδρύπτω
ἀποδρῶ
ἀποδῡ́νω
View word page
ἀποδοτέος
ἀποδοτέοςᾱ ονvbl.adj of activitiesto be assignedw.dat.to men and women alikePl.

ShortDef

one must give back, refer, assign

Debugging

Headword:
ἀποδοτέος
Headword (normalized):
ἀποδοτέος
Headword (normalized/stripped):
αποδοτεος
IDX:
6916
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6917
Key:
ἀποδοτέος

Data

{'headword_display': '<b>ἀποδοτέος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀποδοτέος</HL><Infl>ᾱ ον</Infl><PS>vbl.adj</PS></HG> <aS1><Indic>of activities</Indic><Tr>to be assigned<Expl><GLbl>w.dat.</GLbl>to men and women alike</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀποδοτέος'}