Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀποδικέω
ἀποδῑνέω
ἀποδίομαι
ἀποδιοπομπέομαι
ἀποδιοπόμπησις
ἀποδιορίζω
ἀποδιώκω
ἀποδοκεῖ
ἀποδοκιμάζω
ἀποδοκιμαστέος
ἄποδος
ἀπόδοσις
ἀποδοτέος
ἀποδοχή
ἀποδοχμόω
ἀποδραμεῖν
ἀποδραίην
ἀπόδρᾱσις
ἀποδρέπω
ἀποδρῆναι
ἀποδρύπτω
View word page
ἄποδος
ἄποδοςIon.fseeἄφοδος

ShortDef

not having the use of one’s feet

Debugging

Headword:
ἄποδος
Headword (normalized):
ἄποδος
Headword (normalized/stripped):
αποδος
IDX:
6914
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6915
Key:
ἄποδος

Data

{'headword_display': '<b>ἄποδος</b>', 'content': '<XE> <HG><HL>ἄποδος</HL><PS>Ion.f</PS></HG><XR>see<Ref>ἄφοδος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἄποδος'}