Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀποδημητικός
ἀποδημίᾱ
ἀπόδημος
ἀποδιαιτάω
ἀποδιατρῑ́βω
ἀποδιδρᾱ́σκω
ἀποδίδωμι
ἀποδικάζω
ἀποδικεῖν
ἀποδικέω
ἀποδῑνέω
ἀποδίομαι
ἀποδιοπομπέομαι
ἀποδιοπόμπησις
ἀποδιορίζω
ἀποδιώκω
ἀποδοκεῖ
ἀποδοκιμάζω
ἀποδοκιμαστέος
ἄποδος
ἀπόδοσις
View word page
ἀπο-δῑνέω
ἀποδῑνέωcontr.vb of a farmerthreshgrainw.dat.by means of his sowsHdt.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀποδῑνέω
Headword (normalized):
ἀποδῑνέω
Headword (normalized/stripped):
αποδινεω
IDX:
6905
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6906
Key:
ἀποδῑνέω

Data

{'headword_display': '<b>ἀπο-δῑνέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀπο<hyph/>δῑνέω</HL><PS>contr.vb</PS> </vHG> <vS1> <Indic>of a farmer</Indic><Tr>thresh</Tr><Obj>grain<Expl><GLbl>w.dat.</GLbl>by means of his sows</Expl><Au>Hdt.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀποδῑνέω'}