Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀποδεής
ἀποδειδίσσομαι
ἀποδείκνῡμι
ἀποδεικτικός
ἀποδεικτός
ἀποδειλίᾱσις
ἀποδειλιάω
ἀπόδειξις
ἀποδειροτομέω
ἀποδείρω
ἀποδεκατόω
ἀποδέκομαι
ἀποδεκτήρ
ἀποδέκτης
ἀποδέξασθαι
ἀποδέξασθαι
ἀπόδεξις
ἀποδερματόομαι
ἀποδέρω
ἀπόδεσμος
ἀποδέφομαι
View word page
ἀπο-δεκατόω
ἀποδεκατόωcontr.vb set apart a tenth oftitheone's income, produceNT.

ShortDef

to tithe, pay tithes of

Debugging

Headword:
ἀποδεκατόω
Headword (normalized):
ἀποδεκατόω
Headword (normalized/stripped):
αποδεκατοω
IDX:
6877
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6878
Key:
ἀποδεκατόω

Data

{'headword_display': '<b>ἀπο-δεκατόω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>ἀπο<hyph/>δεκατόω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1> <Def>set apart a tenth of</Def><Tr>tithe</Tr><Obj>one's income, produce<Au>NT.</Au></Obj> </vS1> </VE>", 'key': 'ἀποδεκατόω'}