Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀποδέδρᾱκα
ἀποδεής
ἀποδειδίσσομαι
ἀποδείκνῡμι
ἀποδεικτικός
ἀποδεικτός
ἀποδειλίᾱσις
ἀποδειλιάω
ἀπόδειξις
ἀποδειροτομέω
ἀποδείρω
ἀποδεκατόω
ἀποδέκομαι
ἀποδεκτήρ
ἀποδέκτης
ἀποδέξασθαι
ἀποδέξασθαι
ἀπόδεξις
ἀποδερματόομαι
ἀποδέρω
ἀπόδεσμος
View word page
ἀποδείρω
ἀποδείρωIon.vbseeἀποδέρω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀποδείρω
Headword (normalized):
ἀποδείρω
Headword (normalized/stripped):
αποδειρω
IDX:
6876
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6877
Key:
ἀποδείρω

Data

{'headword_display': '<b>ἀποδείρω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀποδείρω</HL><PS>Ion.vb</PS></HG><XR>see<Ref>ἀποδέρω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀποδείρω'}