Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ἀποδάκνω
ἀποδακρῡ́ω
ἀποδᾱμέω
ἀπόδᾱμος
ἀποδαρθάνω
ἀπόδαρμα
ἀποδάσμιος
ἀποδασμός
ἀποδατέομαι
ἀποδέδεγμαι
ἀποδέδεγμαι
ἀποδέδρᾱκα
ἀποδεής
ἀποδειδίσσομαι
ἀποδείκνῡμι
ἀποδεικτικός
ἀποδεικτός
ἀποδειλίᾱσις
ἀποδειλιάω
ἀπόδειξις
ἀποδειροτομέω
View word page
ἀποδέδεγμαι
2
ἀποδέδεγμαι
2
Ion.pf.pass.
see
ἀποδείκνῡμι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀποδέδεγμαι
Headword (normalized):
ἀποδέδεγμαι
Headword (normalized/stripped):
αποδεδεγμαι
IDX:
6865
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6866
Key:
ἀποδέδεγμαι_2
Data
{'headword_display': '<b>ἀποδέδεγμαι</b><sup>2</sup>', 'content': '<XE><RefFm>ἀποδέδεγμαι<Hm>2</Hm><LblR>Ion.pf.pass.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἀποδείκνῡμι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀποδέδεγμαι_2'}