Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπόγονος
ἀπογραφή
ἀπογράφω
ἀπογυιόω
ἀπογυμνάζω
ἀπογυμνόω
ἀποδάκνω
ἀποδακρῡ́ω
ἀποδᾱμέω
ἀπόδᾱμος
ἀποδαρθάνω
ἀπόδαρμα
ἀποδάσμιος
ἀποδασμός
ἀποδατέομαι
ἀποδέδεγμαι
ἀποδέδεγμαι
ἀποδέδρᾱκα
ἀποδεής
ἀποδειδίσσομαι
ἀποδείκνῡμι
View word page
ἀπο-δαρθάνω
ἀποδαρθάνωvbaor.2 inf.
ἀποδαρθεῖν
go to sleepPlu.

ShortDef

to sleep a little

Debugging

Headword:
ἀποδαρθάνω
Headword (normalized):
ἀποδαρθάνω
Headword (normalized/stripped):
αποδαρθανω
IDX:
6859
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6860
Key:
ἀποδαρθάνω

Data

{'headword_display': '<b>ἀπο-δαρθάνω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀπο<hyph/>δαρθάνω</HL><PS>vb</PS><FG><Tns><Lbl>aor.2 inf.</Lbl><Form>ἀποδαρθεῖν</Form></Tns></FG></vHG> <vS1><Tr>go to sleep</Tr><Au>Plu.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀποδαρθάνω'}