Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀποβιβάζω
ἀποβλάπτω
ἀποβλαστάνω
ἀποβλάστημα
ἀπόβλεπτος
ἀποβλέπω
ἀποβλητέος
ἀπόβλητος
ἀποβλίττω
ἀποβλύζω
ἀποβλώσκω
ἀποβολεύς
ἀποβολή
ἀποβολιμαῖος
ἀποβόσκομαι
ἀποβουκολέω
ἀποβράσσω
ἀποβρίζω
ἀποβώμιος
ἀπογεισόω
ἀπογεύομαι
View word page
ἀπο-βλώσκω
ἀποβλώσκωvb go away, departfr. a placeAR.

ShortDef

go away

Debugging

Headword:
ἀποβλώσκω
Headword (normalized):
ἀποβλώσκω
Headword (normalized/stripped):
αποβλωσκω
IDX:
6831
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6832
Key:
ἀποβλώσκω

Data

{'headword_display': '<b>ἀπο-βλώσκω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀπο<hyph/>βλώσκω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>go away, depart<Expl>fr. a place</Expl></Tr><Au>AR.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀποβλώσκω'}