Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀποβᾱ́ς
ἀπόβασις
ἀποβάτης
ἀποβιάζομαι
ἀποβιβάζω
ἀποβλάπτω
ἀποβλαστάνω
ἀποβλάστημα
ἀπόβλεπτος
ἀποβλέπω
ἀποβλητέος
ἀπόβλητος
ἀποβλίττω
ἀποβλύζω
ἀποβλώσκω
ἀποβολεύς
ἀποβολή
ἀποβολιμαῖος
ἀποβόσκομαι
ἀποβουκολέω
ἀποβράσσω
View word page
ἀποβλητέος
ἀποβλητέοςᾱ ονvbl.adjἀποβάλλωof terrifying names assoc.w. Hadesto be rejectedPl.

ShortDef

to be thrown away, rejected

Debugging

Headword:
ἀποβλητέος
Headword (normalized):
ἀποβλητέος
Headword (normalized/stripped):
αποβλητεος
IDX:
6827
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6828
Key:
ἀποβλητέος

Data

{'headword_display': '<b>ἀποβλητέος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀποβλητέος</HL><Infl>ᾱ ον</Infl><PS>vbl.adj</PS><Ety><Ref>ἀποβάλλω</Ref></Ety></HG><aS1><Indic>of terrifying names assoc.w. Hades</Indic><Tr>to be rejected</Tr><Au>Pl.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀποβλητέος'}