Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἄπηρος
ἀπηύρων
ἀπηχής
ἀπηχθόμην
ἀπήωρος
ἀπιάλλω
ἀπίημι
ἀπίθανος
ἀπιθανότης
ἀπιθέω
ἀπικνέομαι
ἀπίλλω
ἀπινύσσω
ἄπιξις
ἄπιος
ἄπιος
Ᾱ̓́πιος
ἀπῑπόω
Ἆπις
Ἆπις
Ᾱ̓πίς
View word page
ἀπικνέομαι
ἀπικνέομαιIon.mid.contr.vbseeἀφικνέομαι

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀπικνέομαι
Headword (normalized):
ἀπικνέομαι
Headword (normalized/stripped):
απικνεομαι
IDX:
6763
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6764
Key:
ἀπικνέομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἀπικνέομαι</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀπικνέομαι</HL><PS>Ion.mid.contr.vb</PS></HG><XR>see<Ref>ἀφικνέομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀπικνέομαι'}