Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπέργω
ἀπέρδω
ἁπερεί
ἀπερείδομαι
ἀπερείσιος
ἀπερημόομαι
ἀπερητύω
ἀπεριήγητος
ἀπεριλάλητος
ἀπερίληπτος
ἀπεριμερίμνως
ἀπερινοήτως
ἀπερίοπτος
ἀπερίσκεπτος
ἀπερίσπαστος
ἀπερίστατος
ἀπερίτμητος
ἀπερίτροπος
ἀπέρξα
ἀπέρρω
ἀπερυθριάω
View word page
ἀπεριμερίμνως
ἀπεριμερίμνωςadvπερίμέριμνα incautiouslyAr.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀπεριμερίμνως
Headword (normalized):
ἀπεριμερίμνως
Headword (normalized/stripped):
απεριμεριμνως
IDX:
6687
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6688
Key:
ἀπεριμερίμνως

Data

{'headword_display': '<b>ἀπεριμερίμνως</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>ἀπεριμερίμνως</HL><PS>adv</PS><Ety><Ref>περί</Ref><Ref>μέριμνα</Ref></Ety></vHG> <advS1><Tr>incautiously</Tr><Au>Ar.</Au></advS1></AdvE>', 'key': 'ἀπεριμερίμνως'}