Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπεργάζομαι
ἀπεργασίᾱ
ἀπεργαστικός
ἀπέργω
ἀπέρδω
ἁπερεί
ἀπερείδομαι
ἀπερείσιος
ἀπερημόομαι
ἀπερητύω
ἀπεριήγητος
ἀπεριλάλητος
ἀπερίληπτος
ἀπεριμερίμνως
ἀπερινοήτως
ἀπερίοπτος
ἀπερίσκεπτος
ἀπερίσπαστος
ἀπερίστατος
ἀπερίτμητος
ἀπερίτροπος
View word page
ἀ-περιήγητος
περιήγητοςονadjprivatv.prfx., περιηγέομαι of a law-codenot explained in outlinePl.

ShortDef

not traced out

Debugging

Headword:
ἀπεριήγητος
Headword (normalized):
ἀπεριήγητος
Headword (normalized/stripped):
απεριηγητος
IDX:
6684
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6685
Key:
ἀπεριήγητος

Data

{'headword_display': '<b>ἀ-περιήγητος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀ<hyph/>περιήγητος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety>privatv.prfx., <Ref>περιηγέομαι</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a law-code</Indic><Tr>not explained in outline</Tr><Au>Pl.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀπεριήγητος'}