Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπέραντος
ἀπέρᾱτος
ἀπεράω
ἀπεργάζομαι
ἀπεργασίᾱ
ἀπεργαστικός
ἀπέργω
ἀπέρδω
ἁπερεί
ἀπερείδομαι
ἀπερείσιος
ἀπερημόομαι
ἀπερητύω
ἀπεριήγητος
ἀπεριλάλητος
ἀπερίληπτος
ἀπεριμερίμνως
ἀπερινοήτως
ἀπερίοπτος
ἀπερίσκεπτος
ἀπερίσπαστος
View word page
ἀπερείσιος
ἀπερείσιοςep.adjseeἀπειρέσιος

ShortDef

countless

Debugging

Headword:
ἀπερείσιος
Headword (normalized):
ἀπερείσιος
Headword (normalized/stripped):
απερεισιος
IDX:
6681
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6682
Key:
ἀπερείσιος

Data

{'headword_display': '<b>ἀπερείσιος</b>', 'content': '<XE> <HG><HL>ἀπερείσιος</HL><PS>ep.adj</PS></HG><XR>see<Ref>ἀπειρέσιος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀπερείσιος'}