Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπελευθερόω
ἀπελευθέρωσις
ἀπελθεῖν
ἀπέλκω
ἀπελλάζω
ἀπέλου
ἀπελπίζω
ἀπελπισμός
ἀπεμέω
ἀπεμπολάω
ἀπεμπολή
ἀπεμφαίνω
ἀπέναντι
ἀπεναντίον
ἀπεναρίζω
ἀπένασσα
ἀπενέπω
ἀπένθεια
ἀπενθής
ἀπένθητος
ἀπενιαυτέω
View word page
ἀπεμπολή
ἀπεμπολήῆςf app.saleCall.

ShortDef

sale

Debugging

Headword:
ἀπεμπολή
Headword (normalized):
ἀπεμπολή
Headword (normalized/stripped):
απεμπολη
IDX:
6649
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6650
Key:
ἀπεμπολή

Data

{'headword_display': '<b>ἀπεμπολή</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀπεμπολή</HL><Infl>ῆς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Qualif>app.</Qualif><Tr>sale</Tr><Au>Call.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀπεμπολή'}