Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπείραστος
ἀπείρᾱτος
ἀπείργασμαι
ἀπείργω
ἀπειρέσιος
ἀπείρηκα
ἀπείρητος
ἀπειρίᾱ
ἀπειρίᾱ
ἀπείριτος
ἀπειρόδακρυς
ἀπειρόδροσος
ἀπειρόκακος
ἀπειροκαλίᾱ
ἀπειρόκαλος
ἀπειρολεχής
ἀπειρομάχᾱς
ἄπειρος
ἄπειρος
ᾱ̓́πειρος
ἀπειροσύνη
View word page
ἀπειρό-δακρυς
ἀπειρόδακρυςονadjἄπειρος1δάκρυ of a heartwithout experience of weepingA.

ShortDef

ignorant of tears

Debugging

Headword:
ἀπειρόδακρυς
Headword (normalized):
ἀπειρόδακρυς
Headword (normalized/stripped):
απειροδακρυς
IDX:
6615
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6616
Key:
ἀπειρόδακρυς

Data

{'headword_display': '<b>ἀπειρό-δακρυς</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀπειρό<hyph/>δακρυς</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ἄπειρος<Hm>1</Hm></Ref><Ref>δάκρυ</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a heart</Indic><Tr>without experience of weeping</Tr><Au>A.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀπειρόδακρυς'}