Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀγρεύς
ἀγρευτήρ
ἀγρευτής
ἀγρευτικός
ἀγρεύω
ἀγρέω
ἄγρη
ἀγριαίνω
ἀγριάς
ἀγριέλαιος
ἀγριοποιός
ἄγριος
ἀγριότης
ἀγριόφωνος
ἀγριόω
ἀγριωπός
ἀγροβάτᾱς
ἀγρογείτων
ἀγρόθεν
ἀγροικίᾱ
ἀγροικίζομαι
View word page
ἀγριο-ποιός
ἀγριο-ποιόςόνadjποιέω of Aeschyluscreator of savagesAr.or perh. uncivilised composer

ShortDef

writing wild poetry

Debugging

Headword:
ἀγριοποιός
Headword (normalized):
ἀγριοποιός
Headword (normalized/stripped):
αγριοποιος
IDX:
6546
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6547
Key:
ἀγριοποιός

Data

{'headword_display': '<b>ἀγριο-ποιός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀγριο-ποιός</HL><Infl>όν</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ποιέω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of Aeschylus</Indic><Tr>creator of savages</Tr><Au>Ar.</Au><Extra>or perh. <ital>uncivilised composer</ital></Extra></aS1></AE>', 'key': 'ἀγριοποιός'}