Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπαρακαλύπτως
ἀπαράκλητος
ἀπαράλλακτος
ἀπαραμῡ́θητος
ἀπαράμῡθος
ἀπαρασκεύαστος
ἀπαράσκευος
ἀπαράσσω
ἀπαρατηρήτως
ἀπαράτιλτος
ἀπαραχώρητος
ἀπάργματα
ἀπαρέσκω
ἀπαρηγόρητος
ἀπαρθένευτος
ἀπάρθενος
ἀπαριθμέω
ἀπαρίθμησις
ἀπαρκέω
ἀπαρκούντως
ἀπαρνέομαι
View word page
ἀ-παραχώρητος
παραχώρητοςονadjπαραχωρέω of soldiersnot likely to retreatsteadfastPlb. ἀπαραχωρήτωςadv steadfastlyPlb.

ShortDef

not giving ground, staunch

Debugging

Headword:
ἀπαραχώρητος
Headword (normalized):
ἀπαραχώρητος
Headword (normalized/stripped):
απαραχωρητος
IDX:
6471
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6472
Key:
ἀπαραχώρητος

Data

{'headword_display': '<b>ἀ-παραχώρητος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀ<hyph/>παραχώρητος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>παραχωρέω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of soldiers</Indic><Def>not likely to retreat</Def><Tr>steadfast</Tr><Au>Plb.</Au></aS1> <Adv><vHG><HL>ἀπαραχωρήτως</HL><PS>adv</PS></vHG> <advS1><Tr>steadfastly</Tr><Au>Plb.</Au></advS1> </Adv></AE>', 'key': 'ἀπαραχώρητος'}