Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπαραιρημένος
ἀπαραίτητος
ἀπαρακαλύπτως
ἀπαράκλητος
ἀπαράλλακτος
ἀπαραμῡ́θητος
ἀπαράμῡθος
ἀπαρασκεύαστος
ἀπαράσκευος
ἀπαράσσω
ἀπαρατηρήτως
ἀπαράτιλτος
ἀπαραχώρητος
ἀπάργματα
ἀπαρέσκω
ἀπαρηγόρητος
ἀπαρθένευτος
ἀπάρθενος
ἀπαριθμέω
ἀπαρίθμησις
ἀπαρκέω
View word page
ἀπαρατηρήτως
ἀπαρατηρήτωςadvprivatv.prfx., παρατηρέω with no concernsPlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀπαρατηρήτως
Headword (normalized):
ἀπαρατηρήτως
Headword (normalized/stripped):
απαρατηρητως
IDX:
6469
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6470
Key:
ἀπαρατηρήτως

Data

{'headword_display': '<b>ἀπαρατηρήτως</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>ἀπαρατηρήτως</HL><PS>adv</PS><Ety>privatv.prfx., <Ref>παρατηρέω</Ref></Ety></vHG> <advS1><Tr>with no concerns</Tr><Au>Plb.</Au></advS1></AdvE>', 'key': 'ἀπαρατηρήτως'}