Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ἁπαξάπαντες
ἀπάξιος
ἀπαξιόω
ἁπαξός
ἀπᾱ́ορος
ἀπαπαῖ
ἄπαππος
ἀπάπτω
ἀπαραγγέλτως
ἀπαράγραφος
ἀπαραιρημένος
ἀπαραίτητος
ἀπαρακαλύπτως
ἀπαράκλητος
ἀπαράλλακτος
ἀπαραμῡ́θητος
ἀπαράμῡθος
ἀπαρασκεύαστος
ἀπαράσκευος
ἀπαράσσω
ἀπαρατηρήτως
View word page
ἀπαραιρημένος
ἀπαραιρημένος
Ion.pf.pass.ptcpl.
see
ἀφαιρέω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ἀπαραιρημένος
Headword (normalized):
ἀπαραιρημένος
Headword (normalized/stripped):
απαραιρημενος
IDX:
6459
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6460
Key:
ἀπαραιρημένος
Data
{'headword_display': '<b>ἀπαραιρημένος</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἀπαραιρημένος<LblR>Ion.pf.pass.ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἀφαιρέω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀπαραιρημένος'}