Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπολείβω
ἀπολείπω
ἀπολείχω
ἀπόλειψις
ἀπόλεκτος
ἀπολέμητος
ἀπόλεμος
ἀπολεπτῡ́νομαι
ἀπολέπω
ἀπολέσθαι
ἀπολευκαίνω
ἀπολήγω
ἀποληρέω
ἀπόληψις
ἀπολιβάζω
ἀπολιγαίνω
ἄπολις
ἀπολισθάνω
ἀπολιταργίζω
ἀπολῑ́τευτος
ἀπολιχμάομαι
View word page
ἀπο-λευκαίνω
ἀπολευκαίνωvb of a dust-cloudentirely whitenthe airPlu.

ShortDef

make all white

Debugging

Headword:
ἀπολευκαίνω
Headword (normalized):
ἀπολευκαίνω
Headword (normalized/stripped):
απολευκαινω
IDX:
62
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-63
Key:
ἀπολευκαίνω

Data

{'headword_display': '<b>ἀπο-λευκαίνω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀπο<hyph/>λευκαίνω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Indic>of a dust-cloud</Indic><Tr>entirely whiten</Tr><Obj>the air<Au>Plu.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀπολευκαίνω'}