Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνώμοτος
ἄνων
ἀνωνόμαστος
ἀνώνυμος
ἀνῷξα
ἀνῶξαι
ἀνωρίη
ἄνωρος
ἀνώτατος
ἀνωτάτω
ἀνωτερικός
ἀνώτερον
ἀνωφελής
ἀνωφέλητος
ἄνωχθε
ἀνώχυρος
ἆξαι
ᾄξᾱς
ἄξεμεν
ἄξενος
ἄξεστος
View word page
ἀνωτερικός
ἀνωτερικόςή όνadj of regionsinlandNT.

ShortDef

upper, inland

Debugging

Headword:
ἀνωτερικός
Headword (normalized):
ἀνωτερικός
Headword (normalized/stripped):
ανωτερικος
IDX:
6264
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6265
Key:
ἀνωτερικός

Data

{'headword_display': '<b>ἀνωτερικός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀνωτερικός</HL><Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of regions</Indic><Tr>inland</Tr><Au>NT.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀνωτερικός'}