Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνωμαλότης
ἀνώμοτος
ἄνων
ἀνωνόμαστος
ἀνώνυμος
ἀνῷξα
ἀνῶξαι
ἀνωρίη
ἄνωρος
ἀνώτατος
ἀνωτάτω
ἀνωτερικός
ἀνώτερον
ἀνωφελής
ἀνωφέλητος
ἄνωχθε
ἀνώχυρος
ἆξαι
ᾄξᾱς
ἄξεμεν
ἄξενος
View word page
ἀνωτάτω
ἀνωτάτωsuperl.advsee ἄνω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀνωτάτω
Headword (normalized):
ἀνωτάτω
Headword (normalized/stripped):
ανωτατω
IDX:
6263
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6264
Key:
ἀνωτάτω

Data

{'headword_display': '<b>ἀνωτάτω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀνωτάτω</HL><PS>superl.adv</PS></HG><XR>see <Ref>ἄνω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀνωτάτω'}