Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνώγεον
ἀνωγή
ἀνῷγον
ἀνώδυνος
ἄνωθε(ν)
ἀνωθέω
ἀνώιστος
ἀνώλεθρος
ἀνωμαλίᾱ
ἀνώμαλος
ἀνωμαλότης
ἀνώμοτος
ἄνων
ἀνωνόμαστος
ἀνώνυμος
ἀνῷξα
ἀνῶξαι
ἀνωρίη
ἄνωρος
ἀνώτατος
ἀνωτάτω
View word page
ἀνωμαλότης
ἀνωμαλότηςητοςf lack of uniformityregularityPl.unevennessof a surfacePl.

ShortDef

unevenness, irregularity, inconsistency

Debugging

Headword:
ἀνωμαλότης
Headword (normalized):
ἀνωμαλότης
Headword (normalized/stripped):
ανωμαλοτης
IDX:
6253
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6254
Key:
ἀνωμαλότης

Data

{'headword_display': '<b>ἀνωμαλότης</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀνωμαλότης</HL><Infl>ητος</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>lack of uniformity<or/>regularity</Tr><Au>Pl.</Au><nS2><Tr>unevenness<Expl>of a surface</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></nS2></nS1></NE>', 'key': 'ἀνωμαλότης'}