Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἄνυδρος
ἀνυμέναιος
ᾱ̓́νυμες
ἀνυμνέω
ἀνύμφευτος
ἄνυμφος
ἀνύπᾱνος
ἀνυπέρβλητος
ἀνυπεύθῡνος
ἀνυπήκοος
ἀνυποδησίᾱ
ἀνυπόδητος
ἀνυπόδικος
ἀνυπόθετος
ἀνυπονόητος
ἀνύποπτος
ἀνυπόστατος
ἀνυπότακτος
ᾱ̓νυσίεργος
ἀνύσιμος
ἄνυσις
View word page
ἀνυποδησίᾱ
ἀνυποδησίᾱᾱςfἀνυπόδητος lackdeprivation of footwearas a feature of Spartan austerityPl. X.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀνυποδησίᾱ
Headword (normalized):
ἀνυποδησίᾱ
Headword (normalized/stripped):
ανυποδησια
IDX:
6224
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6225
Key:
ἀνυποδησίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>ἀνυποδησίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀνυποδησίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>ἀνυπόδητος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>lack<or/>deprivation of footwear<Expl>as a feature of Spartan austerity</Expl></Tr><Au>Pl. X.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀνυποδησίᾱ'}