Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀντυπουργέω
ἀντῳδός
ἀντωμοσίᾱ
ἀντωνέομαι
ἀντωπός
ἀντωφελέω
ἀνύβριστος
ἀνυδρίᾱ
ἄνυδρος
ἀνυμέναιος
ᾱ̓́νυμες
ἀνυμνέω
ἀνύμφευτος
ἄνυμφος
ἀνύπᾱνος
ἀνυπέρβλητος
ἀνυπεύθῡνος
ἀνυπήκοος
ἀνυποδησίᾱ
ἀνυπόδητος
ἀνυπόδικος
View word page
ᾱ̓́νυμες
ᾱ̓́νυμεςdial.1pl.impf.seeἀνύω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ᾱ̓́νυμες
Headword (normalized):
ᾱ̓́νυμες
Headword (normalized/stripped):
ανυμες
IDX:
6216
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6217
Key:
ᾱ̓́νυμες

Data

{'headword_display': '<b>ᾱ̓́νυμες</b>', 'content': '<XE> <RefFm>ᾱ̓́νυμες<LblR>dial.1pl.impf.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἀνύω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ᾱ̓́νυμες'}