Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀντιφυλακή
ἀντιφυλάττω
Ἀντιφῶν
ἀντιφωνέω
ἀντίφωνος
ἀντιφωτισμός
ἀντιχαίρω
ἀντιχαρίζομαι
ἀντιχειροτονέω
ἀντίχθων
ἀντιχορηγέω
ἀντιχόρηγος
ἀντιχράω
ἀντιψάλλω
ἀντίψαλμος
ἀντιψηφίζομαι
ἀντλέω
ἄντλημα
ἀντλίᾱ
ἄντλος
ἀντοικοδομέω
View word page
ἀντιχορηγέω
ἀντιχορηγέωcontr.vbἀντιχόρηγος compete as a chorus-masterAnd. Plu.w.dat.against someoneD.

ShortDef

to be a rival choragus

Debugging

Headword:
ἀντιχορηγέω
Headword (normalized):
ἀντιχορηγέω
Headword (normalized/stripped):
αντιχορηγεω
IDX:
6178
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6179
Key:
ἀντιχορηγέω

Data

{'headword_display': '<b>ἀντιχορηγέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀντιχορηγέω</HL><PS>contr.vb</PS><Ety><Ref>ἀντιχόρηγος</Ref></Ety></vHG> <vS1> <Tr>compete as a chorus-master</Tr><Au>And. Plu.</Au><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>against someone<Au>D.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀντιχορηγέω'}