Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀντισπάω
ἀντισπεύδω
ἀντίσταθμος
ἀντιστασιάζω
ἀντίστασις
ἀντιστασιώτης
ἀντιστατέω
ἀντιστάτης
ἀντιστηρίζω
ἀντιστοιχέω
ἀντίστοιχος
ἀντιστρατεύομαι
ἀντιστρατηγέω
ἀντιστράτηγος
ἀντιστρατοπεδείᾱ
ἀντιστρατοπεδεύω
ἀντιστρέφω
ἀντίστροφος
ἀντισύγκλητος
ἀντισυλλογίζομαι
ἀντισφαιρίζω
View word page
ἀντί-στοιχος
ἀντίστοιχοςονadjστοῖχος of a person's shadowlined up oppositefacingE.

ShortDef

ranged opposite in rows

Debugging

Headword:
ἀντίστοιχος
Headword (normalized):
ἀντίστοιχος
Headword (normalized/stripped):
αντιστοιχος
IDX:
6108
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6109
Key:
ἀντίστοιχος

Data

{'headword_display': '<b>ἀντί-στοιχος</b>', 'content': "<AE><HG><HL>ἀντί<hyph/>στοιχος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>στοῖχος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of a person's shadow</Indic><Def>lined up opposite</Def><Tr>facing</Tr><Au>E.</Au></aS1></AE>", 'key': 'ἀντίστοιχος'}