Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀντισκευάζομαι
ἀντισκώπτω
ἀντισόομαι
ἀντισοφίζομαι
ἀντίσπασμα
ἀντισπασμός
ἀντίσπαστος
ἀντισπάω
ἀντισπεύδω
ἀντίσταθμος
ἀντιστασιάζω
ἀντίστασις
ἀντιστασιώτης
ἀντιστατέω
ἀντιστάτης
ἀντιστηρίζω
ἀντιστοιχέω
ἀντίστοιχος
ἀντιστρατεύομαι
ἀντιστρατηγέω
ἀντιστράτηγος
View word page
ἀντι-στασιάζω
ἀντιστασιάζωvb form an opposing factionX.

ShortDef

to form a party against

Debugging

Headword:
ἀντιστασιάζω
Headword (normalized):
ἀντιστασιάζω
Headword (normalized/stripped):
αντιστασιαζω
IDX:
6101
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6102
Key:
ἀντιστασιάζω

Data

{'headword_display': '<b>ἀντι-στασιάζω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀντι<hyph/>στασιάζω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>form an opposing faction</Tr><Au>X.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀντιστασιάζω'}